Ήρα (και ήρως) σημαίνει ‘μοσχάρι ενός έτους’;

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα.

Όταν οι Γάλλοι θέλουν να πουν ‘παντρεύομαι γυναίκα που είναι έγκυος’ λένε je prends la vache et le veau, παίρνω την αγελάδα και το μοσχαράκι! Η ταύτιση της γυναίκας με την αγελάδα μαρτυρείται σε όλες τις γλώσσες που μιλιούνται από λαούς οι οποίοι ζούσαν ή ζουν  κυρίως από την εκτροφή των ζώων, όπως οι σημερινές (ινδο)ευρωπαϊκές. Μιας και διαθέτουμε περισσότερες γνώσεις γι αυτές τις οικείες σε μας γλώσσες, θα καταπιαστούμε αναγκαστικά με αυτές, ευελπιστώντας ότι γνώστες άλλων ποιμενικών μη ινδοευρωπαϊκών γλωσσών (ουγγρική, φιλανδική, τουρκική, μογγολική, αραβική, η γλώσσα των μασάι της ανατολικής Αφρικής και άλλες) θα μας χαρίσουν τις γνώσεις που χρειαζόμαστε. Σήμερα, θα εστιάσουμε την προσοχή μας σε μερικά κείμενα της πρώιμης αρχαίας ελληνικής γραμματείας και θα μελετήσουμε την ταύτιση της γυναίκας με την αγελάδα.

Πρώτα όμως θα ήθελα να κάνω μια παρέκβαση και να σας υπενθυμίσω ότι αυτή η ταύτιση της γυναίκας με την αγελάδα είναι σαφής στις βρισιές. Αν δεν κάνω λάθος, δεν υπάρχει ινδοευρωπαϊκή γλώσσα που να μην χρησιμοποιεί τη βρισιά ‘αγελάδα’ ή κάποια άλλη έκφραση περιφρόνησης, χλευασμού, ταπείνωσης και εξευτελισμού. Στον δυτικό πολιτισμό, άνδρες και γυναίκες, πιο συχνά οι πρώτοι, ταυτίζουν την υπέρβαρη  ή παχύσαρκη και την ανόητη   γυναίκα με την αγελάδα. Σε όλες τις ινδοευρωπαϊκές γλώσσες η  γυναίκα δεν ταυτίζεται μόνο με την αγελάδα αλλά με όλα τα εκτρεφόμενα και κατοικίδια ζώα:  κατσίκα, κουνέλα, κότα, καμήλα, γαϊδούρα, μουλάρα, αλόγα, φοράδα, καρδερίνα, κανάρα, βουβάλα, σκύλα, γάτα, χήνα, πάπια, παγώνι . . .Βέβαια, κάθε γλώσσα, οι ομιλητές της δηλαδή,  έχει τις ιδιαίτερες προτιμήσεις της. . .

Η ταύτιση της γυναίκας με την αγελάδα και όλα τα άλλα εκτρεφόμενα ζώα είναι μια πατριαρχική πολιτισμική κληρονομιά και μεταδίδεται από γενιά σε γενιά, μια πτυχή της γενικότερης ταύτισης του τποτελούς (γυναίκα, παιδί, δούλος) με τα εκτρεφόμενα ζώα. Οι ρίζες της χάνονται στα βάθη του χρόνου. Μπορούμε να τις εντοπίοσυμε και να τις μελετήσουμε ερευνώντας αφενός τις υπάρχουσες μαρτυρίες στην αρχαιότερη ινδοευρωπαϊκή ποιμενική γραμματεία και αφετέρου την ίδια τη γλώσσα.

Θα αρχίσω με μια σύντομη αναφορά των μαρτυριών που μας παρέχει η γλώσσα και δεσμεύομαι να επανέλθω για να εξετάσω διεξοδικά το θέμα αυτό. Η ταύτιση της γυναίκας με τη  αγελάδα υποφώσκει στις λέξεις ζευγάρι και σύζυγος. Όταν λέμε ζευγάρι εννοούμε τα δύο ζώα που ζεύονται στον ζυγό. Αυτά τα δυο ζώα, αγελάδες, είναι σύν-ζυγοι. Οι σύζυγοι λοιπόν είναι δυο αγελάδες που είναι ζεμένοι μαζί στο ζυγό και τραβάνε το βαρυφορτωμένο κάρο της οικογένειας. Οι παντρεμένοι χαρακτηρίζονται και ως ομόζυγοι.  Το ρήμα συζεύγνυμι (ζεύω μαζί, συνδέω, ενώνω σε γάμο) είναι γνωστό από τη γαμήλια ρήση ους ο Θεός συνέζευξεν άνθρωπος μη χωριζέτω που σημαίνει ότι ο Θεός, ο τσομπάνης Θεός, μας βλέπει σας αγελάδες που μπαίνουν στο ζυγό. Σήμερα, ο χωρισμός του ζευγαριού λέγεται διαζύγιο κι αυτοι που χωρίζουν είναι διαζευγμένοι.Ο άνδρας ή η γυναίκα που δεν έχει παντρευτεί, που δεν έχει μπει ακόμα στο ζυγό, χαρακτηρίζεται άζυξ (<α-ζυγ-ς) ή άζυγος.

Continue reading

γαϊδούρα! dumme Kuh! bitch!

φίλες και φίλοι, γεια σας και χαρά σας

Ένα ιδιάζον χαρακτηριστικό των πολιτισμών και των κοινωνιών που προέρχονται από ποιμενικές κοινωνίες είναι ο υποβιβασμός του υποτελούς στην κατάσταση του εκτρεφόμενου/υποζύγιου/κατοικίδιου ζώου. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα: η λέξη ἀνδράποδον (δούλος, στην Ιλιάδα Η 475) σχηματίστηκε με πρότυπο τη λέξη τετράποδον, η οποία απαντάται στα κρατικά αρχεία της μυκηναϊκής Πύλου (1200 π.Χ.), όπως θα δούμε μελετώντας τις πινακίδες Αe 27, 108, 134 και 489.  Στον αρχαιότατο λογότυπο ποιμήν λαών, που αποδίδεται σε πολλούς ήρωες της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, έχει καταγραφεί η αντίληψη ότι ο αρχηγός ενός στρατού οδηγεί τους στρατιώτες στη μάχη όπως ένας βοσκός τα πρόβατά του στη βοσκή. Από όλους όμως τους υποτελείς (άνδρες, γυναίκες και παιδιά), ο Κύριος (άνδρας) στρέφει το βλέμμα του πάνω στη γυναίκα και την ταυτίζει με τα ζώα εκτροφής  που περιφρονεί – σχεδόν με όλα. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται τόσο στις αρχαίες κοινωνίες, π.χ., την αρχαία ελληνική και τη ρωμαϊκή, όσο και στις σύγχρονες καπιταλιστικές. Είναι δηλαδή ένα ακόμα από τα πολλά ποιμενικά κατάλοιπα, τα οποία επιβιώνουν πέρα από τρόπους παραγωγής και ιστορικούς κοινωνικούς σχηματισμούς, και τα οποία δεν έχουμε μελετήσει όσο θα έπρεπε. Το έργο αυτό θα το αναλάβει η Ανωτάτη Σχολή Κακών Τεχνών. Αν και είναι γνωστικό αντικείμενο που περιλαμβάνεται στην Ανθρωποβοσκητική, θεώρησα απαραίτητο να το εξετάσουμε αυτοτελώς για ένα και μοναδικό λόγο: η μελέτη του δεν μπορεί παρά να είναι ομαδική, μιας και εγώ είμαι σε θέση να καταθέσω μαρτυρίες και στοιχεία μόνο από την αρχαία και τη νέα ελληνική γλώσσα. Υπάρχουν μαρτυρίες από όλες τις γλώσσες, ινδοευρωπαϊκές (λατινική, γερμανική, ρωμανικές, αγγλική, κλπ) και μη (αραβική, τουρκική, ουγγρική, φιλανδική, κλπ). Είμαι βέβαιος ότι τα επόμενα δυο χρόνια το πλουσιότατο υλικό θα συγκεντρωθεί και θα μελετηθεί με σκοπό να εκδοθεί, και όχι μόνο στην Ελλάδα. Θεωρώ ότι η εργασία αυτή θα γίνει σε δυο φάσεις: στη πρώτη θα συγκεντρώσουμε το υλικό κατά γλώσσα και στη δεύτερη θα το μελετήσουμε συγκριτικά και  κατά ζώο. Ένα παράδειγμα: στο κεφάλαιο ΑΓΕΛΑΔΑ θα μελετήσουμε τις εκφράσεις που απαντούν σε όλες τις γλώσσες, θα επισημάνουμε τις ομοιότητες και τις διαφορές και θα επιχειρήσουμε να εντοπίσουμε τόσο την κοινωνική κατάσταση της γυναίκας όσο και τις κοινωνικές αξίες που λανθάνουν. Γιατί ή θεά Ἥρα χαρακτηρίζεται βοῶπις, δηλαδή βοϊδομάτα; Λόγω του μεγέθους των ματιών της και της σεμνότητας του βλέμματός της; Υποστηρίζεται η άποψη ότι η λέξη γυ-νή (gwu-nā) προέρχεται από τη λέξη βοῦς (gwō-us) και σημαίνει “η κυρία των αγελάδων”. Μήπως την εποχή που πλάσθηκε η λέξη η γυναίκα ασχολιόταν με την εκτροφή των αγελάδων; Υποστηρίζεται επίσης ότι τα ονόματα Ἥρα και ἥρως προέρχονται από τη ρίζα jēr- που δηλώνει το ενός έτους (πρβλ. γερμ. Jahr  και αγγλ. year) μοσχάρι, δηλαδή την μεγάλη ισχύ που έχει το μοσχάρι σε αυτή την ηλικία. Οι ενδείξεις αυτές δείχνουν ότι η κατάσταση της γυναίκας κατά της εποχή του σχηματισμού και της χωρικής επέκτασης του ποιμενικού τρόπου παραγωγής ήταν πολύ διαφορετική από αυτήν της μεταγενέστερης φάσης, της φάσης της συρρίκνωσης και της καταφυγής στον πόλεμο ως τον μόνο τρόπο υπέρβασης του   ποιμενικού αδιεξόδου. Μαρτυρίες αυτού του φαινομένου παρέχουν  η αρχαία ινδική και η αρχαία ινδική λογοτεχνία, ενώ οι μαρτυρίες από την Ιλιάδα, τον Ησίοδο, τον Αισχύλο και τον Ευριπίδη μας πείθουν ότι η λέξη βοῦς χρησιμοποιείται μεταφορικά με τη σημασία “γυναίκα”. Η υποτίμηση είναι πιο έντονη και πιο σαφής στις σύγχρονες γλώσσες. Στην νέα ελληνική αγελάδα ή γελάδα χαρακτηρίζουμε την “παχύσαρκη και άσχημη γυναίκα”, σύμφωνα με τα έγκυρα λεξικά μας, ενώ η βρισιά “μοσχάρι” αποδίδεται και στα δύο φύλα. Στη γερμανική, dumme Kuh είναι η παχύσαρκη και ανόητη γυναίκα, ενώ εάν θέλετε να πείτε στα γαλλικά “νυμφεύομαι γυναίκα έγκυο” θα πει “παίρνω τη γελάδα και το μοσχάρι”:je prendre le vache et le veau.

Αυτό που μπορώ να κάνω από πλευράς μου θα το κάνω σύντομα: θα δημοσιεύσω τα στοιχεία από την αρχαία ελληνική και τη νέα ελληνική γλώσσα και θα περιμένω την συνεργασία ανδρών και γυναικών που ενδιαφέρονται για το θέμα. Εν τω μεταξύ, όποιος και όποια θέλει να μελετήσει το ζήτημα της ινδοευρωπαϊκής μεταφοράς διεξοδικά, θα του συνιστούσα τις εργασίες των Ε. Campanile (I.E Metaphors and non -I.E Metaphors)  και O. Szemerenyi (Das griechische Verwandtschaftsnamensystem vor dem Hintergrund des Indogermanischen Systems). Την πρώτη θα τη βρείτε στο δεύτερο τεύχος (1974, σελ. 247-57) του περιοδικού Journal of Indo-European Studies (JIES), ενώ τη δεύτερη στο περιοδικό Hermes (105, 1977, 396-7).