πρώιμη ιστορία του κειμένου της Ιλιάδας (1)

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΟΠΟΙΟΣ, όποια πάρει στα χέρια του την Ιλιάδα για να τη διαβάσει, θα τη διαβάσει έχοντας την εντύπωση ότι το κείμενο γράφηκε όπως γράφονται σήμερα τα μυθιστορήματα, τα διηγήματα, τα θεατρικά έργα. Ο  συνθέτης/ποιητής έγραψε τον πρώτο στίχο, συνέχισε με τον δεύτερο και μετά από μήνες ή χρόνια έγραψε και τον τελευταίο (Ω 804), σύνολο 15.693 στίχοι, πολλές εκατοντάδες σελίδες μικρού σχήματος βιβλίου. Πολλοί ομηριστές, οι λεγόμενοι ενωτικοί, υποστηρίζουν ότι η Ιλιάδα συντέθηκε με αυτόν τον τρόπο. Πότε έγινε όμως αυτό, πού; Δεν θα το μάθουμε ποτέ –  έχουν διατυπωθεί πολλές εικασίες και θεωρίες. Πώς έγινε; Την έγραψε αυτός που τη συνέθεσε, πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο, ή μήπως την υπαγόρευσε κάποιος αοιδός ή ραψωδός σε κάποιον εγγράμματο; Δεν θα το μάθουμε ποτέ.

Continue reading

Ιστορία της Ιλιάδας (4β): η προτρωική Αχιλληΐδα

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΔΕΝ θα έπρεπε να λέμε θανατοφόρος και όχι θανατηφόρος; Πώς προέκυψε το θανατηφόρος; Ετυμολογική εξήγηση δεν υπάρχει: πρόκειται για σαφέστατη παραβίαση των κανόνων της σύνθεσης ονομάτων. Ποια είναι όμως η πηγή, η προέλευση της παραβίασης; Ξέρουμε ότι η αρχαιότερη μαρτυρία της λέξης βρίσκεται στον Αισχύλο (Χοηφόροι 369) – θα τη διαβάσουμε και στον Σοφοκλή και στον Πλάτωνα. Δεν ξέρουμε εάν προϋπήρχε ή εάν την έπλασε ο Αισχύλος –  δεν έχει σημασία. Να ποια είναι η εξήγηση: η λέξη θανατοφόρος έχει πέντε βραχείες συλλαβές! Το αρχαιοελληνικό αυτί, το αθηναϊκό της ιωνικής-αττικής διαλέκτου έστω, δεν μπορούσε να ακούσει λέξη με πέντε βραχείες συλλαβές! Οι πέντε βραχείες συλλαβές δεν είναι προσ-ωδία, δεν τείνει προς την ωδή, δεν τονίζει την μελωδία –  άρα οι αρχαίοι Έλληνες θα πρέπει να μιλούσαν κάπως τραγουδιστά, κάπως σαν το ρετσιτατίβο της όπερας. Και μετέτρεψε το βραχύ ο σε μακρό ε (η) παντελώς αυθαίρετα για ακουστικούς λόγους. Γιατί;

Continue reading

Ιστορία της Ιλιάδας (4α): η προτρωική Αχιλληΐδα

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΟΣΟ σκέφτομαι ότι έχουμε σήμερα στα χέρια μας μια ηρωική ποιητική αφήγηση, την Ιλιάδα,  που καταγράφηκε γύρω στα 550 π. Χ., μπορεί και (πολύ) νωρίτερα, τα χάνω. Μέχρι την επινόηση της τυπογραφίας, είχαν περάσει κοντά 2.200 χρόνια! Πώς και διασώθηκε ένα τόσο εκτενές κείμενο; Αντιγραφόταν και μεταβιβαζόταν από γενιά σε γενιά, κι αν πούμε ότι μια γενιά κρατούσε 25 –  30 χρόνια, είναι γύρω στις 70-75 γενιές! Ποιοι ενδιαφέρονταν να συντηρήσουν τη μνήμη της Ιλιάδας και να διατηρήσουν το κείμενο; Οι πλούσιοι αριστοκράτες της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας και μετά της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Και κάποιοι ανώτεροι κληρικοί, που μελετούσαν τα αρχαία ελληνικά κείμενα, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν ο Ευστάθιος της Θεσσαλονίκης και ο Φώτιος. Πριν την άλωση της Κωνσταντινούπολης οι φυγάδες αριστοκράτες έφεραν τα κείμενα στην Ιταλία και άρχισε η μελέτη τους κι από τους Ιταλούς (Αναγέννηση). Εάν εξαιρέσουμε την Καινή Διαθήκη, τα κείμενο με τα περισσότερα χειρόγραφα (κώδικες, βιβλία από περγαμηνή, δέρμα αρνιού) είναι αυτό της Ιλιάδας! Τόσο μεγάλος έρωτας και αφοσίωση. Γιατί; Γιατί ήταν τόσο δημοφιλής η Ιλιάδα μεταξύ των αριστοκρατών; Και γιατί συνέχισε να είναι και μεταξύ εμπόρων και τραπεζιτών της νεωτερικότητας; Το ερμηνευτικό υπομνημα στην Ιλιάδα του Walter Leaf , γύρω στο 1900,  μας είναι ακόμα χρήσιμο και θα είναι και στο μέλλον. Ο Leaf ήταν τραπεζίτης! Κι ο Σλίμαν έμπορος! Γιατί τη διαβάζουμε και τη μελετάμε  και σήμερα και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε όσο υπάρχει δυτικός πολιτισμός και δυτική Κυριαρχία;

Continue reading

Ιστορία της Ιλιάδας (3): η προομηρική Ιλιάδα

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΠΟΣΑ χρόνια να χρειαζόταν άραγε κάποιος νέος για να γίνει ένας ικανός και επιδέξιος αοιδός; Πολλά. Τι έπρεπε να μάθει; Έπρεπε να μάθει κάτι το πολύ δύσκολο: να αφηγείται μια ιστορία μπροστά σε ακροατήριο με μια πολύ συγκεκριμένη τεχνική, που τον περιόριζε πολύ, με έναν ρυθμό, αυτόν του δακτυλικού εξαμέτρου – μια ιστορία την οποία δεν είχε μνημονεύσει αλλά δημιουργούσε εξ αρχής κάθε φορά που την αφηγούνταν. Ο αοιδός δημιουργούσε την ώρα που συνέθετε, που αφηγούνταν, χωρίς να σταματά, χωρίς να κομπιάζει, χωρίς να σκέφτεται· κι έπρεπε να  αποσπά την προσοχή του ακροατηρίου –  να αφηγηθεί μια ιστορία που το ακροατήριο την έβρισκε ενδιαφέρουσα και ευχάριστη. Είναι βέβαιο ότι υπήρχαν αρκετές ιστορίες με ήρωες αλλά έχουν διασωθεί μόνο δύο –  ήταν προφανώς οι δημοφιλέστερες: η μήνις, η οργή του Αχιλλέα και ο νόστος, η επιστροφή του Οδυσσέα.

Continue reading

Ιστορία της Ιλιάδας (2) : η ομηρική Ιλιάδα

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΣΤΗΝ αρχή της ραψωδίας Ψ (1-257) διαβάζουμε για την κηδεία του Πατρόκλου. Παρόντες ο Αχιλλέας και λίγοι πολεμιστές που χρειάζονται για την κηδεία. Μαζεύουν ξύλα πολλά, σφάζουν παχιά αρνιά και βόδια, παίρνουν το λίπος τους και καλύπτουν το σώμα του Πατρόκλου, για να καεί ολοσχερώς. Κάτω από τη σορό ο Αχιλλέας τοποθετεί και σταμνιά με λάδι. Σύμφωνα με τα ταφικά έθιμα της γεωμετρικής εποχής, τα οποία έχουν επιβεβαιωθεί από τις ανασκαφές, ρίχνει βιαστικά (εσσυμένως, 172) πάνω στα ξύλα και τέσσερα άλογα (στ. 171-2) αλλά το κείμενο δεν είναι σαφές –  είναι ζωντανά ή νεκρά; Δύο σκυλιά όμως, από τα εννιά που είχε,  τα σφάζει (174). Σφάζει και 12 (δώδεκα) παλικαράκια (Τρώων υιέας, 175), αρχοντικής καταγωγής (εσθλούς, 175). Βάζουν φωτιά και όλη τη νύχτα αυτή καίει. Όλοι κοιμούνται στο στρατόπεδο-ορμητήριο των Αχαιών, ο καθένας στη καλύβα του, στο  τσαρδάκι του (κλισίη). Μόνο ο Άχιλλέας ξαγρυπνά.  Μόλις πάει να ξημερώσει, η φωτιά σβήνει,  μαραίνεται (πυρκαϊή εμαραίνετο, παύσατο δε φλόξ –  228.) και ο Αχιλλέας πάει να τη πέσει για ύπνο. Κοιμάται μα μετά από λίγο, μόλις ξημερώσει,  έρχεται ο Αγαμέμνων με τους άλλους αρχηγούς των συμμαχικών δυνάμεων (236) και από τη φασαρία ξυπνάει. Χαράματα είναι, είμαστε βέβαιοι ότι όλοι οι Αχαιοί είναι στις καλύβες τους (162), κοιμούνται ή ξυπνάνε με τη τσίμπλα στο μάτι. Ο Αχιλλέας και οι άλλοι αρχηγοί ολοκληρώνουν την κηδεία, σβήνουν με κρασί τη φωτιά, μαζεύουν τα άκαυτα κόκκαλα του Πατρόκλου, τα βάζουν σε ένα χρυσό αγγείο, σκεπάζουν βιαστικά τα αποκαΐδια με χώμα (τύμβος)  και τι κάνουν μετά;  Φεύγουν γι άλλη μια φορά (πάλιν κίον, 257)-  έφυγαν την προηγούμενη μέρα μαζί με όλο το στράτευμα πριν την κηδεία (162),  πήγαν κοιμήθηκαν, το πρωί ξανάρθαν, ξαναφεύγουν, πάνε για καφέ, για διπλό εσπρέσο. Όλα πολύ καλά και πολύ λογικά. Μένει μόνος του ο Αχιλλέας. Μόνος του. Ολομόναχος. Και τότε, φίλες και φίλοι, λέει σε όλον τον στρατό να μην φύγει, να μείνει εκεί (αυτού λαόν έρυκε, 228) γιατί θα τελέσει αθλητικούς αγώνες (και ίζανεν ευρύν αγώνα, 228)!

Continue reading