φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΤΕΛΕΙΩΣΑ το ζύμωμα, καμιά δωδεκαριά φρατζόλες και σουμούνια (καρβέλια), έβαλα ξύλα στη σόμπα ν΄ ανέβει η θερμοκρασία (για τη ζύμωση της μπίρας, ανησυχώ, δεν βλέπω πολλές αφροζύμες στην επιφάνεια του κουβά) και κάθομαι να γράψω. Σήμερα θα σχολιάσω αυτό που είπε ο αθάνατος Andreas Lubitz σε φίλη του: eines tages wird jeder meinen namen kennen, μια μέρα όλοι θα γνωρίζουν το όνομά μου. Είμαι βεβαιότατος ότι το είπε – και ποιος δεν το έχει πει ή δεν το είπε αλλά το σκέφτηκε; Ποιος, ποια δεν το επιθύμησε; Εγώ; Εσύ; Ελάτε τώρα, ήρωες εσμέν, ήρωες εστέ, ήρωες εισίν. Δεν το ένιωσε, δεν του πέρασε από το μυαλό, δεν το σκέφτηκε, δεν το επιθύμησε ο Φρόιδ, ο Μάρξ, ο Πικάσο, ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος, ο Γιάνης Βαρουφάκης, ο Γιάννης Μακριδάκης; Είναι δυνατόν να ζεις σε κοινωνία της δυτικής Κυριαρχίας και να μη το νιώσεις, να μη το σκεφτείς, να μη το επιθυμήσεις;
Η επιθυμία της διάκρισης είναι η κομβική επιθυμία του ήρωα. Η επιθυμία αυτή είναι το θεμέλιο της μεγαλομανίας, της δίδυμης αδερφής του ναρκισσισμού και του ατομικισμού. Είναι στη φύση του ανθρώπου να θέλει να ξεχωρίζει και να μιλούν όλοι γι΄ αυτόν; Δεν το γνωρίζω, pablo. Εάν είναι, είναι βέβαιο ότι όλες σχεδόν οι κοινωνίες του παρελθόντος την έλεγξαν, θα έλεγα επιτυχώς, αυτή την επιθυμία και την περιόρισαν μέχρις και εξαλείψεως. Υπήρξαν όμως και κοινωνίες που όχι απλά αδιαφόρησαν, όχι απλά δεν την έλεγξαν αλλά την ενίσχυσαν με κάθε τρόπο, την έκαναν κομβική αξία, κεντρική συμπεριφορά: οι ποιμενικές κοινωνίες και όσες προήλθαν από αυτές. Καλή ώρα.
ΤΙ σημαίνει, φίλες και φίλοι, κλέος, δηλαδή φήμη; Κλέος, κύδος, φήμη, δόξα είναι να μιλούν (καλώ, κλέος) για σένα, όσο πιο πολλοί, τόσο πιο μεγάλο το κλέος. Αφαίρεσε η Αντζολίνα τις ωοθήκες της, μην εμφανίσει καρκίνο (- και τη σκαπούλαρε, νομίζει), και η μισή ανθρωπότητα ασχολείται με το μουνί της. Ηρωίνη η Τζολί, μεγάλη ηρωίνη (:ηρωίδα). Ποια είναι η προέλευση του ποιμενικού κλέους; Θα την εκθέσω συνοπτικά: όσοι πιο πολλοί μιλούν για σένα, επειδή διακρίθηκες στον πόλεμο, τόσο πιο πολλές αξιώσεις επί της λείας έχεις το δικαίωμα να προβάλεις, τόσο πιο μεγάλο κομμάτι θα πάρεις, τόσο πιο πολύ θα αυξηθεί ο πλούτος και η ισχύς – κι όλα αυτά για την επιβίωση, επαναλαμβάνω, για την επιβίωση, όχι για τη ζωή. Ο κακομοίρης, ο bedauernswert, ο ήρωας, ο συγκυβερνήτης, ο αθάνατος Andreas Lubitz για την επιβίωση αγωνιζόταν: αγόρασε δύο αυτοκίνητα, ένα για την έγκυο φίλη του, που τον παράτησε πριν ένα μήνα, μάλλον το αυτοκίνητο θα το πήρε μαζί της, έμεινε μόνος, διαδίδετο ότι θα χάσει τη δουλειά του, θα βρεθεί χρεωμένος και άνεργος – τον πούτσο κλαίγανε, φίλες και φίλοι.