πως μπορούμε να νικήσουμε (2): η απεργία ως συλλογικό έργο τέχνης

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΔΕΝ νομίζω να υπάρχει άνθρωπος πάνω στη Γη που να θεωρεί ότι μια παγκόσμια απεργία, μιας μέρας ή διαρκείας, είναι είτε αναμενόμενη είτε εφικτή. Εάν σκεφτούμε ότι αυτή, η παγκόσμια απεργία, όχι ως δυνατότητα αλλά απλά ως έννοια, δεν περνάει καν από το μυαλό της συντριπτικής πλειονότητας του παγκόσμιου προλεταριάτου, των Υποτελών όλου του πλανήτη, μας επιτρέπεται να υποστηρίξουμε ότι σε έναν πολύ μικρό αριθμό ανθρώπων είναι επιθυμητή. Θα ήθελα να ζήσω μια παγκόσμια απεργία αλλά δεν την βλέπω για τα είκοσι, τριάντα επόμενα χρόνια, που, πρώτα η Ζωή, μέλλει να ζήσω – εάν δεν ψοφήσω αύριο. Οπότε, το προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε  παραμένει ως αυτό που ήταν πάντα: επιθυμία, βολονταρισμός.

ΕΑΝ, λέω εάν, ζούμε την υπέρβαση πολλών παραδοσιακών διλημμάτων (καταστροφή Κράτους ή διαχείριση, επανάσταση ή μεταρρύθμιση, αυθορμητισμός ή βολονταρισμός), εγώ θεωρώ ότι τη ζούμε, θα πρέπει να εξετάσουμε τις τελευταίες ψευδαισθήσεις και αυταπάτες που προκύπτουν από αυτά τα διλήμματα. Η ενότητα των προλετάριων όλων των χωρών είναι επιθυμία, από τη στιγμή όμως που παραμένει επιθυμία εδώ και 160 χρόνια αναπόφευκτα υποβιβάζεται στην κατηγορία της αυταπάτης. Ενθουσιάστηκα όταν διάβασα ότι η GRUPPE KRISIS (Κείμενα για την εργασία και την κρίση, εκδόσεις των ξένων) παράλλαξε το προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε σε προλετάριοι όλων των χωρών, τέρμα η δουλειά. Η δουλείά, συμπληρώνω εγώ.

Continue reading

θέλω να πάω στο Λονδίνο

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΓΡΑΦΩ το σημερινό σημείωμα βράζοντας μπίρα, καπνιστή.

[Σε κατσαρόλα μεγάλη, σε 13 λίτρα νερού, θερμοκρασίας 40 βαθμών,  βάζω 1700 γρ. αλεσμένη βύνη κριθαριού, καπνιστή, και προσθέτω και 300 γρ. αβύνωτο χονδροαλεσμένο δίκοκκο και μονόκοκκο σιτάρι. Το νερό το έφερα ψηλά από το Μπέλες, από ρυάκι –  έχει ελάχιστα άλατα, για να κάνεις μπίρα το νερό δεν πρέπει να έχει άλατα, να είναι μαλακό. Η βύνη είναι κριθάρι το οποίο έχει φυτρώσει, με το φύτρο να μην ξεπερνάει το μήκος του σπόρου και κατόπιν αργοψήνεται για είκοσι ώρες στους 60 βαθμούς –  για ξανθιά μπύρα· για μαύρη, στους 80 βαθμούς. Μετά βάζω την κατσαρόλα στη ξυλόσομπα και ανεβάζω τη θερμοκρασία στους 52 β.,  με ρυθμό 1-2 βαθμούς το λεπτό, ανακατεύοντας συνεχώς. Μόλις φτάσει σε αυτή τη θερμοκρασία, παίρνω την κατσαρόλα από τη φωτιά και την αφήνω στην άκρη για μισή ώρα, ανακατεύοντας κάθε πέντε λεπτά. Μετά τη βάζω πάλι στη σόμπα και ανεβάζω τη θερμοκρασία στους 65 β. ανακατεύοντας συνεχώς.  Την αποσύρω για μισή ώρα, ανακατεύοντας με τον ίδιο τρόπο. Σε αυτή τη φάση βρίσκομαι αυτή τη στιγμή.]

ΘΕΛΩ να πάω στο Λονδίνο. Όχι τώρα, όταν, πρώτα η Ζωή, μεγαλώσουν τα παιδιά και φύγουν από το σπίτι –  σε οχτώ με δέκα χρόνια. Όταν η οικογένεια, αυτή η προσωρινή κομμουνιστικότητα, διαλυθεί – κάθε οικογένεια είναι καταδικασμένη να διαλυθεί. Θα γράψω σήμερα πως σκέφτομαι να πάω, πως θα ήθελα να πάω.

Continue reading

η ηδονή του θανάτου: ο δεκάλεπτος επιθανάτιος οργασμός του Andreas Lubitz

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΤΕΛΕΙΩΣΑ το ζύμωμα, καμιά δωδεκαριά φρατζόλες και σουμούνια (καρβέλια), έβαλα ξύλα στη σόμπα ν΄ ανέβει η θερμοκρασία (για τη ζύμωση της μπίρας, ανησυχώ, δεν βλέπω πολλές αφροζύμες στην επιφάνεια του κουβά) και κάθομαι να γράψω. Σήμερα θα σχολιάσω αυτό που είπε ο αθάνατος Andreas Lubitz σε φίλη του: eines tages wird jeder meinen namen kennen, μια μέρα όλοι θα γνωρίζουν το όνομά μου. Είμαι βεβαιότατος ότι το είπε –  και ποιος δεν το έχει πει ή δεν το είπε αλλά το σκέφτηκε;  Ποιος, ποια δεν το επιθύμησε; Εγώ; Εσύ; Ελάτε τώρα, ήρωες εσμέν, ήρωες εστέ, ήρωες εισίν.  Δεν το ένιωσε, δεν του πέρασε από το μυαλό, δεν το σκέφτηκε, δεν το επιθύμησε ο Φρόιδ, ο Μάρξ, ο Πικάσο, ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος, ο Γιάνης Βαρουφάκης, ο Γιάννης Μακριδάκης; Είναι δυνατόν να ζεις σε  κοινωνία της δυτικής Κυριαρχίας και να μη το νιώσεις, να μη το σκεφτείς, να μη το επιθυμήσεις;

Η επιθυμία της διάκρισης είναι η κομβική επιθυμία του ήρωα. Η επιθυμία αυτή είναι το θεμέλιο της μεγαλομανίας, της δίδυμης αδερφής του ναρκισσισμού και του ατομικισμού. Είναι στη φύση του ανθρώπου να θέλει να ξεχωρίζει και να μιλούν όλοι γι΄ αυτόν;  Δεν το γνωρίζω, pablo. Εάν είναι, είναι βέβαιο ότι όλες σχεδόν οι κοινωνίες του παρελθόντος την έλεγξαν, θα έλεγα επιτυχώς, αυτή την επιθυμία και την περιόρισαν μέχρις και εξαλείψεως. Υπήρξαν όμως και κοινωνίες που όχι απλά αδιαφόρησαν, όχι απλά δεν την έλεγξαν αλλά την ενίσχυσαν με κάθε τρόπο, την έκαναν κομβική αξία, κεντρική συμπεριφορά: οι ποιμενικές κοινωνίες και όσες προήλθαν από αυτές. Καλή ώρα.

ΤΙ σημαίνει, φίλες και φίλοι, κλέος, δηλαδή φήμη;  Κλέος, κύδος, φήμη, δόξα είναι να μιλούν (καλώ, κλέος) για σένα, όσο πιο πολλοί, τόσο πιο μεγάλο το κλέος. Αφαίρεσε η Αντζολίνα τις ωοθήκες της, μην εμφανίσει καρκίνο (- και τη σκαπούλαρε, νομίζει), και η μισή ανθρωπότητα ασχολείται με το μουνί της. Ηρωίνη η Τζολί, μεγάλη ηρωίνη (:ηρωίδα). Ποια είναι η προέλευση του ποιμενικού κλέους; Θα την εκθέσω συνοπτικά: όσοι πιο πολλοί μιλούν για σένα, επειδή διακρίθηκες στον πόλεμο, τόσο πιο πολλές αξιώσεις επί της λείας έχεις το δικαίωμα να προβάλεις, τόσο πιο μεγάλο κομμάτι θα πάρεις, τόσο πιο πολύ θα αυξηθεί ο πλούτος και η ισχύς –  κι όλα αυτά για την επιβίωση, επαναλαμβάνω,  για την επιβίωση, όχι για τη ζωή. Ο κακομοίρης, ο bedauernswert, ο ήρωας, ο συγκυβερνήτης, ο αθάνατος   Andreas Lubitz για την επιβίωση αγωνιζόταν: αγόρασε δύο αυτοκίνητα, ένα για την έγκυο φίλη του, που τον παράτησε πριν ένα μήνα, μάλλον το αυτοκίνητο θα το πήρε μαζί της, έμεινε μόνος, διαδίδετο ότι θα χάσει τη δουλειά του, θα βρεθεί χρεωμένος και άνεργος –  τον πούτσο κλαίγανε, φίλες και φίλοι.

Continue reading

ο Andreas Lubitz είναι α- θάνατος, είναι αθάνατος: τον ρούφηξε η μαύρη τρύπα της δυτικής Κυριαρχίας

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΠΡΙΝ 2.600 χρόνια μια μικρή, μικροσκοπική μαύρη τρύπα, κοινωνική και πολιτισμική, εμφανίστηκε σε μια άκρη της Γης, στην αρχαία Ελλάδα, στα μικρασιατικά παράλια, στις πόλεις των δουλοκτητών γαιοκτημόνων –  η δυτική Κυριαρχία.  Η μαύρη τρύπα είναι ένας στρόβιλος που έχει τόσο μεγάλη βαρύτητα (η γνώμη του έχει μεγάλη βαρύτητα) που ρουφάει, τραβάει, καταπίνει ό,τι προσεγγίζει σε αυτήν,  ή αυτή προσεγγίζει, και το εξαφανίζει, το εξαϋλώνει, το νεκρώνει, το κάνει α-θάνατο. Η μικροσκοπική μαύρη τρύπα της δυτικής Κυριαρχίας, λόγω της μεγάλης βαρύτητας της (της ανείπωτα έντονης επιθυμίας του ήρωα-γαιοκτήμονα), έμελλε να μεγαλώνει, να μεγαλώνει, να μεγαλώνει και σήμερα να έχει επεκταθεί σε όλον τον πλανήτη.

Η δυτική Κυριαρχία είναι η σφοδρότατη επιθυμία (βαρύτητα) εξαφάνισης του θανάτου, η εντονότατη βούληση καθυπόταξης της φύσης με σκοπό την επίτευξη της σωματικής αθανασίας· δεν πρόκειται για μεταφυσική αγωνία, για εναγώνια μυστικιστικά ερωτήματα για το άγνωστο Υπερπέραν, για το μυστηριώδες Εκείθεν, όχι, όχι, κατά κανένα τρόπο. Η επιθυμία αυτή, η βούληση αυτή είναι παράγωγο μιας άλλης επιθυμίας: του εξοβελισμού του Γίγνεσθαι, της μεταβολής, της αλλαγής –  της αποθέωσης του Είναι, της αμεταβλησίας, της μονιμότητας, της σταθερότητας, της αφθαρσίας:  ό, τι υπάρχει, δεν γίνεται και ό,τι γίνεται, δεν υπάρχει, μας λέει ο Παρμενίδης συμπυκνώνοντας σε μια πρόταση το Περί φύσιος έργο του, θέτοντας τα θεμέλια της μεταφυσικής της δυτικής Κυριαρχίας, μεταφυσική που δεν είναι παρά αντεστραμμένη τελολογία, δηλαδή ένα corpus επιθυμιών που θα εκπληρωθούν μια μέρα (μέσω της γνώσης, της επιστήμης, συμπληρώνει ο Πλάτων), συντεθειμένο (το περί φύσιος) σε δακτυλικό εξάμετρο, το μέτρο της ηρωικής ποίησης  των ηρώων ποιμένων και αργότερα δουλοκτητών γαιοκτημόνων (που έγινε και μέτρο της φιλοσοφικής ποίησης). Ας αποκωδικοποιήσουμε τον Παρμενίδη και όλη την αρχαία ελληνική σκέψη: η κυριαρχική σχέση,  η σχέση μεταξύ Κυρίου και Υποτελούς, υπάρχει, δεν γίνεται –  αποκλειομένης της αλλαγής, της μεταβολής, μια άλλη κοινωνική σχέση δεν μπορεί να υπάρχει. Ο τελικός τρόπος ενίσχυσης της κυριαρχικής σχέσης είναι ο εξοβελισμός του θανάτου, η επίτευξη της σωματικής αθανασίας (του Κυρίου, εννοείται).

Continue reading

ο κομμουνισμός του καφενείου (του χωριού)

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΤΗΝ τριετία 1985-7 ήμουν περιπλανώμενος εργάτης γης. Δεν μπορείτε να φανταστείτε που έχω κοιμηθεί  αυτά τα τρία χρόνια. Είχα όμως μια μεγάλη αγάπη: τα εγκαταλελειμμένα χωριά! Τρεχούμενο νερό, στην πλατεία ή πολύ κοντά στο χωριό, φρούτα, χόρτα, μια φορά βρήκα κρασί, τρία βαρελάκια, μισά, άσπρο, ροζέ, κόκκινο (έφυγα όταν τελείωσε, εννοείται), μια άλλη φορά ένα πιθάρι πήλινο με λάδι, ταγγισμένο μεν, τρωγότανε δε, εκεί άραζα και ξεκουραζόμουν, διάβαζα, περπατούσα, ονειρευόμουν. Τα εγκαταλελειμμένα χωριά ήταν το καταφύγιό μου, τα εξοχικά μου.

Continue reading

το κωλοδάχτυλο του Γιάνη Βαρουφάκη

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΤΟ 2013, δεν θυμάμαι ακριβώς πότε και που, ο Κύριος Γιάνης Βαρουφάκης κατά τη διάρκεια ομιλίας του επέδειξε στο κοινό το μεσαίο δάχτυλο του αριστερού χεριού, χειρονομία γνωστή ως κωλοδάχτυλο. Όχι την ελληνική εκδοχή, κίνηση πλαγία, παλινδρομική, από τα δεξιά προς τα αριστερά,  αλλά τη δυτική, με το δάχτυλο στραμμένο προς τον Θεό, προς τον ουρανό και το χέρι ακίνητο.  Ο Βαρουφάκης είναι οικονομολόγος και ειδικός της θεωρίας των παιγνίων· δεν έχει σπουδάσει γαμησιολογία. Ως αριστερός εκλαμβάνει τη χειρονομία του κωλοδάχτυλου ως συμβολική έκφραση αντίστασης, ανυπακοής και εξέγερσης, χειρονομία ιδιαιτέρως προσφιλής στους ανά τον κόσμο αμφισβητίες όλων των ιδεολογικών και πολιτικών αποχρώσεων της Αριστεράς, ιδιαιτέρως προσφιλής μάλιστα και στους κύκλους των αναρχικών και αναρχιζόντων. Οι δέκτες της χειρονομίας  του Βαρουφάκη  ήταν οι δανειστές μας, κερδοσκόποι κακοί καπιταλιστές. Το μήνυμα, το σημαινόμενο, που στάλθηκε δεν ήταν η διαπίστωση ότι οι δανειστές γαμιούνται αλλά η απειλή θα σας γαμήσουμε.

ΤΟ μήνυμα θα ήταν γαμιούνται εάν η χειρονομία συμπληρώνονταν με τη φράση γαμιέστε αλλά ο Βαρουφάκης δεν την εκστόμισε. Και δεν το έκανε διότι ήθελε να εκφράσει απειλή, την οποία τώρα πραγματοποιεί λείχοντας τους όρχεις της ισχύος του Κυρίου Σόιμπλε όπως αι κορασίδες λείχουσιν δια της απαλής, ερυθράς, θερμοβούλου γλώσσης των την παγεράν, πλην γλυκυτάτης, σοκολατόχρουν βάλανον του παγωτοπυραύλου της ΔΕΛΤΑ.

Continue reading

τι είπαμε χτες με τον Κάρολο στο τηλέφωνο

το σημερινό σημείωμα το αφιερώνω στο αυτόνομο στέκι, στους φίλους και τις φίλες της ομάδας αυτομόρφωσης πάνω στο Κεφάλαιο και της αυτοδιαχειριζόμενης δανειστικής βιβλιοθήκης

ΤΗN πρώτη φορά που πήρα, μιλούσε· τη δεύτερη το άφησα να χτυπάει – θα χτυπάει μέχρι να το σηκώσεις,  καριόλη. Το σήκωσε, παρών, μου λέει, έλα ρε Κάρολε, του λέω, σε παίρνω εδώ και δυο μήνες και δεν το σηκώνεις, που είσαι, τι κάνεις, ανησύχησα. Τι να πάθω, ρε μαλάκα, μου λέει, εδώ που είμαι, τι να πάθω; Ξέρω κι εγώ, μοναξιές; Όχι, όχι, έχω καλή παρέα, έχω κι αυτόν τον μαλάκα τον ρώσο μού τα χώνει συνέχεια, σου τα ΄λεγα εγώ, δε σου τα ΄λεγα, μου τη λέει, όλο ειρωνεία, το μαλακιστήρι, τέλος πάντων, καλά είμαστε όλοι, εσείς τι κάνετε. Τι να κάνουμε, Κάρολε, μαλακιζόμαστε. Πολύ ενδιαφέρουσα δραστηριότητα, μου λέει, με αυτό το ψιλοσαρκαστικό, ψιλοειρωνικό υφάκι του. Εμείς και να θέλουμε, δεν μπορούμε, συνέχισε γελώντας. Εκτός από το να μαλακιζόσαστε;  Να, γι΄αυτό σε πήρα, Κάρολε, θα ήθελα να μου πεις τη γνώμη σου  για κάτι που με απασχολεί.

Continue reading